Περίληψη: Ας συνοψίσουμε in nute τα κυριότερα σημεία της εργασίας. Απαραίτητη συνθήκη δυνατότητας του ορισμού του ανθρώπου αποτελεί η ανάλυση των πέντε φωνών (γένος, εἶδος, διαφορά, ἴδιον, συμβεβηκός) και των δέκα γενικότατων γενών –κατηγοριών του Αριστοτέλη (οὐσία, ποσόν, πρός τι, ποιόν, ποῦ, πότε, κεῖσθαι, ἔχειν, ποιεῖν, πάσχειν). Η διαίρεση είναι μια εξειδίκευση μιας έννοιας, ήτοι η υπαγωγή των αντιδιαιρούμενων ειδών της. Επίσης η διαίρεση εγγράφεται σε μια ολότητα, η οποία συγκροτείται με όρους καθ’ ὅλου και καθ’ ἕκαστον, ταυτότητας και διαφοράς. Ήδη στον Πλάτωνα (Σοφιστής) απαντάται η διαίρεση ως μέθοδος στο φιλοσοφείν. Η τέχνη αποτελεί μια ολότητα και καθολικότητα. Η κτητική και η παραγωγική τέχνη συνιστούν τα αντιδιαιρούμενα είδης της τέχνης εν γένει. Κατά τον Σταγειρίτη φιλόσοφο η διαίρεση αποτελεί έναν ‘’ἀσθενή συλλογισμό’’, μια διαμεσολάβηση του καθ’ ὅλου και του καθ’ ἕκαστον. Από την ουσία ελαύνει η διαίρεση μέσω των ουσιωδών διαφορών∙ οι διαφορές αυτές συγκροτούν τα αντιδιαιρούμενα είδη, τα οποία υπάγονται στο ίδιο γένος (genus proximum). Ο άνθρωπος κατά την διαιρετική μέθοδο υπάγεται στο γένος του ζώου. Επίσης, από αυτή τη διαίρεση προκύπτει η ειδοποιός διαφορά (differentia specifica), με την οποία διακρίνονται τα διάφορα είδη μεταξύ τους. Η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου είναι το λογικό. Ο ορισμός ανήκει στο ‘’ζητούμενο ‘’ εκείνο, το οποίο προσιδιάζει στην Μεταφυσική (τι ἔστι) μαζί με την υπαρκτική υπόθεση (εἰ ἔστι). Ο φιλόσοφος -εδραζόμενος στον ορισμό- είναι σε θέση να συναγάγει από αυτόν όλα τα γνωρίσματα, τα οποία αναλογούν στο υπό εξέταση όν (deductio). Ο ορισμός οφείλει να συνάδει με τους εξής κανόνες: i) να αναπαριστά πλήρως το προκείμενο ον, ii) να μην αποτελεί κύκλο ή διάλληλο τρόπο, iii) να είναι όσο το δυνατόν θετικός και iv) να είναι σαφής και βραχύς. Ο ορισμός του ανθρώπου –όπως και κάθε άλλου όντος– προϋποθέτει το γένος και την ειδοποιό διαφορά σε πρώτη φάση. Στη συνέχεια, στον ως άνω ορισμό θα προστεθεί το ‘’ἴδιον’’, δηλαδή αυτή η ιδιότητα, η οποία χαρακτηρίζει όλο το είδος (ανθρώπου). Ο άνθρωπος, λοιπόν, ορίζεται ως ‘’ζῷον λογικόν θνητόν, νοῦ και ἐπιστήμης δεκτικόν’’ . Ο ανωτέρω ορισμός είναι τέλειος διότι αντιστρέφει. Η λέξη ‘’ζῷο’’ αντιστοιχεί στο γένος, το οποίο περιέχει πολλά είδη∙ ένα από αυτά είναι το ανθρώπινο. Το ζώο, λοιπόν, μηνύει μία κοινότητα και ομοιότητα διαφορετικών όντων. Το λογικό είναι η ειδοποιός διαφορά, η οποία καθιστά το ανθρώπινο είδος διακριτό από τα άλλα είδη του ίδιου γένους (ζῴου). Η διαφορά λοιπόν φανερώνει μία ετερότητα, η οποία υπάρχει ανάμεσα στα όντα. Η νοητική και επιστημονική δεκτικότητα αποτελεί το ‘’ἴδιον’’ του ανθρώπινου είδους∙ το ἴδιον αυτό είναι εγκιβωτισμένο σ’ όλο το είδος. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός δεν υποκαθιστά την θεολογία με την φιλοσοφία. Ακόμη και στην διδασκαλία του για τον άνθρωπο παραμένει πιστός στην πατερική παράδοση. Συνεπώς, ο ιερός συγγραφέας θεωρεί τον άνθρωπο δημιουργημένο κατ’ εἰκόνα και ὁμοίωσιν του Θεού. Ο Δαμασκηνός θεωρεί ότι ο άνθρωπος είναι διφυής, αποτελούμενος από σώμα και ψυχή. Στην περί ανθρώπου διδασκαλία του Δαμασκηνού διαθλάται η αριστοτελική scala naturae και η έννοια της συνέχειας, που ή ίδια συνεπάγεται. Ωστόσο, στον Αριστοτέλη –όπως και στον Δαμασκηνό- τα είδη δεν υπόκεινται σε εξέλιξη. Ο άνθρωπος κοινωνεί -εν τίνι μέτρω- με όλες τις βαθμίδες της νοητής σκάλας της φύσης Όσον αφορά στο σώμα, αυτό συνίσταται από τέσσερα στοιχεία (πῦρ, γή, ὕδωρ, ἀήρ) και τους αντίστοιχους χυμούς. Η ψυχή διαιρείται σε λογικό και ά-λογο μέρος. Το λογικό τέμνεται σε θεωρητικό και πρακτικό. Το θεωρητικό συμβάλλει στην κατανόηση των όντων, ενώ το πρακτικό είναι το βουλευτικό και ορίζει τον ορθό λόγο στις πράξεις. Κατά τον Δαμασκηνό ο νους ταυτίζεται με το θεωρητικό μέρος και την σοφία∙ το πρακτικό με την φρόνηση και τον λόγο. Το ά-λογο μέρος της ψυχής διαιρείται σε ‘’ἀνήκοον’’ και ‘’κατήκοον’’• το πρώτο αποτελεί το ζωτικό δηλαδή το σφυγμικό (σπερματικό, γεννητικό, θρεπτικό, αυξητικό). Το ‘’ἀνήκοο’’ ελέγχεται από την φύση, ενώ το ‘’κατήκοο’’ διαιρείται σε επιθυμία και θυμό. Το άλογο μέρος της ψυχής ονομάζεται και παθητικό ή ορεκτικό.
Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020
Ο ορισμός του ανθρώπου στον Αγιο Ιωαννη το Δαμασκηνό. Φιλοσοφικό πλαίσιο και θεολογική επεξεργασία Συγγραφείς: Κουκούνας Ιωάννης Παύλου
Περίληψη: Ας συνοψίσουμε in nute τα κυριότερα σημεία της εργασίας. Απαραίτητη συνθήκη δυνατότητας του ορισμού του ανθρώπου αποτελεί η ανάλυση των πέντε φωνών (γένος, εἶδος, διαφορά, ἴδιον, συμβεβηκός) και των δέκα γενικότατων γενών –κατηγοριών του Αριστοτέλη (οὐσία, ποσόν, πρός τι, ποιόν, ποῦ, πότε, κεῖσθαι, ἔχειν, ποιεῖν, πάσχειν). Η διαίρεση είναι μια εξειδίκευση μιας έννοιας, ήτοι η υπαγωγή των αντιδιαιρούμενων ειδών της. Επίσης η διαίρεση εγγράφεται σε μια ολότητα, η οποία συγκροτείται με όρους καθ’ ὅλου και καθ’ ἕκαστον, ταυτότητας και διαφοράς. Ήδη στον Πλάτωνα (Σοφιστής) απαντάται η διαίρεση ως μέθοδος στο φιλοσοφείν. Η τέχνη αποτελεί μια ολότητα και καθολικότητα. Η κτητική και η παραγωγική τέχνη συνιστούν τα αντιδιαιρούμενα είδης της τέχνης εν γένει. Κατά τον Σταγειρίτη φιλόσοφο η διαίρεση αποτελεί έναν ‘’ἀσθενή συλλογισμό’’, μια διαμεσολάβηση του καθ’ ὅλου και του καθ’ ἕκαστον. Από την ουσία ελαύνει η διαίρεση μέσω των ουσιωδών διαφορών∙ οι διαφορές αυτές συγκροτούν τα αντιδιαιρούμενα είδη, τα οποία υπάγονται στο ίδιο γένος (genus proximum). Ο άνθρωπος κατά την διαιρετική μέθοδο υπάγεται στο γένος του ζώου. Επίσης, από αυτή τη διαίρεση προκύπτει η ειδοποιός διαφορά (differentia specifica), με την οποία διακρίνονται τα διάφορα είδη μεταξύ τους. Η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου είναι το λογικό. Ο ορισμός ανήκει στο ‘’ζητούμενο ‘’ εκείνο, το οποίο προσιδιάζει στην Μεταφυσική (τι ἔστι) μαζί με την υπαρκτική υπόθεση (εἰ ἔστι). Ο φιλόσοφος -εδραζόμενος στον ορισμό- είναι σε θέση να συναγάγει από αυτόν όλα τα γνωρίσματα, τα οποία αναλογούν στο υπό εξέταση όν (deductio). Ο ορισμός οφείλει να συνάδει με τους εξής κανόνες: i) να αναπαριστά πλήρως το προκείμενο ον, ii) να μην αποτελεί κύκλο ή διάλληλο τρόπο, iii) να είναι όσο το δυνατόν θετικός και iv) να είναι σαφής και βραχύς. Ο ορισμός του ανθρώπου –όπως και κάθε άλλου όντος– προϋποθέτει το γένος και την ειδοποιό διαφορά σε πρώτη φάση. Στη συνέχεια, στον ως άνω ορισμό θα προστεθεί το ‘’ἴδιον’’, δηλαδή αυτή η ιδιότητα, η οποία χαρακτηρίζει όλο το είδος (ανθρώπου). Ο άνθρωπος, λοιπόν, ορίζεται ως ‘’ζῷον λογικόν θνητόν, νοῦ και ἐπιστήμης δεκτικόν’’ . Ο ανωτέρω ορισμός είναι τέλειος διότι αντιστρέφει. Η λέξη ‘’ζῷο’’ αντιστοιχεί στο γένος, το οποίο περιέχει πολλά είδη∙ ένα από αυτά είναι το ανθρώπινο. Το ζώο, λοιπόν, μηνύει μία κοινότητα και ομοιότητα διαφορετικών όντων. Το λογικό είναι η ειδοποιός διαφορά, η οποία καθιστά το ανθρώπινο είδος διακριτό από τα άλλα είδη του ίδιου γένους (ζῴου). Η διαφορά λοιπόν φανερώνει μία ετερότητα, η οποία υπάρχει ανάμεσα στα όντα. Η νοητική και επιστημονική δεκτικότητα αποτελεί το ‘’ἴδιον’’ του ανθρώπινου είδους∙ το ἴδιον αυτό είναι εγκιβωτισμένο σ’ όλο το είδος. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός δεν υποκαθιστά την θεολογία με την φιλοσοφία. Ακόμη και στην διδασκαλία του για τον άνθρωπο παραμένει πιστός στην πατερική παράδοση. Συνεπώς, ο ιερός συγγραφέας θεωρεί τον άνθρωπο δημιουργημένο κατ’ εἰκόνα και ὁμοίωσιν του Θεού. Ο Δαμασκηνός θεωρεί ότι ο άνθρωπος είναι διφυής, αποτελούμενος από σώμα και ψυχή. Στην περί ανθρώπου διδασκαλία του Δαμασκηνού διαθλάται η αριστοτελική scala naturae και η έννοια της συνέχειας, που ή ίδια συνεπάγεται. Ωστόσο, στον Αριστοτέλη –όπως και στον Δαμασκηνό- τα είδη δεν υπόκεινται σε εξέλιξη. Ο άνθρωπος κοινωνεί -εν τίνι μέτρω- με όλες τις βαθμίδες της νοητής σκάλας της φύσης Όσον αφορά στο σώμα, αυτό συνίσταται από τέσσερα στοιχεία (πῦρ, γή, ὕδωρ, ἀήρ) και τους αντίστοιχους χυμούς. Η ψυχή διαιρείται σε λογικό και ά-λογο μέρος. Το λογικό τέμνεται σε θεωρητικό και πρακτικό. Το θεωρητικό συμβάλλει στην κατανόηση των όντων, ενώ το πρακτικό είναι το βουλευτικό και ορίζει τον ορθό λόγο στις πράξεις. Κατά τον Δαμασκηνό ο νους ταυτίζεται με το θεωρητικό μέρος και την σοφία∙ το πρακτικό με την φρόνηση και τον λόγο. Το ά-λογο μέρος της ψυχής διαιρείται σε ‘’ἀνήκοον’’ και ‘’κατήκοον’’• το πρώτο αποτελεί το ζωτικό δηλαδή το σφυγμικό (σπερματικό, γεννητικό, θρεπτικό, αυξητικό). Το ‘’ἀνήκοο’’ ελέγχεται από την φύση, ενώ το ‘’κατήκοο’’ διαιρείται σε επιθυμία και θυμό. Το άλογο μέρος της ψυχής ονομάζεται και παθητικό ή ορεκτικό.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου