Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020

Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ





ΕΙΣΑΓΩΓΗ



Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ως θεολόγος υπήρξε συλλέκτης του υλικού των πατέρων, αφού αυτούς διείδε ως Θεόπνευστους διδασκάλους και θεοφόρους πατέρες. Κατά τον Ιωάννη, μεταξύ τους δεν υπάρχει αντίφαση γιατί όλοι τους ήσαν κοινωνοί τους ενός και μοναδικού Αγίου Πνεύματος. Μέσα από τα έργα του τονίζει πως κάθε τι που μας έδωσε η παράδοση είναι ορθό. Πρώτο θεμέλιο της παραδόσεως αυτής είναι η Αγία Γραφή, αλλά η διατύπωση της αληθείας δεν ολοκληρώνεται σε αυτή, διότι οι αυτόπτες μάρτυρες της αληθείας την παρέδωσαν αγράφως και εν συνεχεία παρεδόθη από τους θεοφόρους πατέρες που είναι κοινωνοί του διαρκώς ζώντος, μέσα στην εκκλησία, Αγίου Πνεύματος. Γι αυτό και ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, τόσο ο ίδιος επιμένει πως δεν εκφράζει προσωπικές απόψεις, αλλά την πατερική παράδοση. Θα λέγαμε, ότι είναι ότι πιο κοντά στους Καππαδόκες πατέρες, ενώ στη χριστολογία επαναλαμβάνει το Λεόντιο Βυζάντιο και το Μάξιμο τον Ομολογητή.





ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑ



Για τον Άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό, ο Θεός είναι αδύνατο να ερευνηθεί από τον άνθρωπο. Είναι αδύνατο να νοηθεί η ουσία του, αλλά ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει κάποια στοιχεία της φύσης του θεού, όπως το αγαθό και το σοφό. Γι' αυτό η ουσία μπορεί να νοηθεί μόνο αποφατικά, αντίθετα με τις άκτιστες ενέργειες του Θεού, που μπορεί να νοηθούν μόνο με καταφατικό τρόπο. Η αλήθεια της Θείας Μονάδας βρίσκεται στην τριάδα, αλλά η προσέγγιση του μυστηρίου του τρισυποστάτου αυτής αν προσεγγισθεί με την έρευνα της φυσικής και πεπερασμένης σκέψης του ανθρώπου οδηγεί σε αντιφάσεις, ανάμεσα στον πολυθεϊσμό και το στατικό μοναρχιανισμό των Ιουδαίων.

Ο Θεός πάντα εμφανίζεται ως Ένας, και η διάκριση των υποστάσεων είναι ένα απλώς νοητικό σχήμα των ανθρώπων, για να αντιληφθούν την αδύνατη με τη φυσική σκέψη διαφορά αφού στη σχέση τους δεν ισχύει χωρισμός ή διαίρεση, διότι οι τρεις υποστάσεις είναι αχώριστες εικόνες της αιωνίου υπάρξεως του Ενός Θεού. Έτσι η ενέργεια, η ουσία και η θέληση του Θεού ορίζονται όχι ως διαφορετικές αλλά ως μία. Έτσι κάθε πρόσωπο έχει τέλεια υπόσταση, έχει πληρότητα υπάρξεως και δεν αποτελεί απλώς μέρος. Η δε πηγή στην Αγία Τριάδα, δεν επιφέρει διαίρεση ή μερισμό, αφού ο Πατήρ δεν εξαντλεί τον εαυτό του στον Υιό και το Πνεύμα, αλλά ότι έχουν το κατέχουν κοινώς.



Ο Άγιος Ιωάννης καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να γίνει αντιληπτό πως η έννοια του κτιστού, πρέπει να αποσυνδέεται παντελώς από την έννοια του Θεού. Έτσι η σχέση των υποστάσεων δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με την έννοια των κτιστών πραγμάτων και όντων και γι' αυτό αναφέρει πως ότι προέρχεται φυσικώς στη τριάδα (γεννάν, εκπορεύειν) δε γίνεται κατ' ανάγκην όπως στο φυσικό κόσμο.

Βασικό σημείο της τριαδολογικής διδασκαλίας του Αγίου είναι πως αρκετά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης όπως το "Τω λόγω του Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι του στόματος αυτού η δύναμις αυτών", χρησιμοποιούνται για να καταδείξουν πως αυτό που από την Παλαιά Διαθήκη διαφαινόταν  αποκαλύφθηκε πλήρως στην Καινή. Έτσι ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα λαμβάνουν αρχή ταυτόχρονα.

Το Πνεύμα δεν είναι Υιός του Πατρός, αλλά εκπορεύεται εκ του Πατρός, αφού γεννάται κατά την εικόνα του Υιού, κάτι που όμως είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτό από την ανθρώπινη νόηση. Ο Πατήρ είναι φυσικά η πρώτη αρχική υπόσταση, η αρχή του ενός Θεού, η ρίζα και η πηγή της, έτσι ώστε να σταθμίζεται η αρχική σχέση. Ο Πατήρ είναι άναρχος και ορίζεται ως η φυσική αιτία στη ζωή της τριάδος, αλλά αυτό δεν πρέπει να νοείται ως σημείο ανωτερότητος και υποταγής των άλλων υποστάσεων. Το όνομα της δεύτερης υποστάσεως είναι Υιός διότι προέρχεται εκ της ουσίας του πατρός.





Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός χρησιμοποιεί στην τριαδολογία του τη χρήση του όρου "εκ πατρός δι' Υιού" για να τονίσει με έμφαση πως "το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ πατρός δι' Υιού". Έτσι η πρόθεση δι, δεν εκφράζει αιτία, αλλά διατηρεί τη μοναδικότητα της τριάδος αφού με κανένα τρόπο δε μπορεί η πρόσθεση αυτή να νοηθεί ως αιτιώδης παράγοντας. Το Άγιο Πνεύμα μέσα σε αυτή την τάξη είναι η τελειοποιούσα δύναμη, που ολοκληρώνει ότι δημιουργείται από το Λόγο και δίνει ζωή, διότι το ίδιο είναι ζωή. Ο ίδιος μάλιστα ως αυθεντικός ερμηνευτής της ανατολικής παραδόσεως επισημαίνει με εμφατικό τρόπο ότι το Άγιο Πνεύμα "ανεκφράστως εκπορεύεται κατ' ουσίαν εκ του Πατρός δια του γεννηθέντος Υιού".





ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ



Ο λόγος που Ιησούς Χριστός ενανθρωπίστηκε ήταν η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους. Ο Λόγος ενσαρκώθηκε ώστε να υποτάξει το θάνατο και να ανανεώσει την ανθρώπινη φύση, η οποία εφθάρη κατά την πτώση από τον παράδεισο. Ήρθε ουσιαστικά να αναγεννήσει τον άνθρωπο, να μεταμορφώσει την ύλη που προ της ελεύσεώς του ήταν προς κατάκριση. Ο Λόγος λοιπόν έγινε άνθρωπος και έτσι ύψωσε την ανθρώπινη φύση. Ο Σταυρός κατήργησε το θάνατο, συνέτριψε την αμαρτία, οδήγησε στην Ανάσταση και εξασφάλισε την επιστροφή στην αρχαία μακαριότητα.

Ο θεός γίνεται άνθρωπος για να λυτρώσει, να θεώσει και να ανανεώσει τον άνθρωπο, λαμβάνοντας σάρκα μέσω του Αγίου Πνεύματος. Η ανθρώπινη φύση βρίσκεται ενυποστατικώς στην υπόσταση του Λόγου και οι δύο φύσεις δεν είναι χωριστές αλλά και ούτε αναμεμιγμένες, είναι ασύχητες και αναλλοίωτες, αμοιβαία μεταδιδόμενες και αμοιβαία περιχωρούμενες. Έτσι η ανθρώπινη φύση θεώνεται και σε καμία περίπτωση δε μεταβάλλεται, δε μεταμορφώνεται, μεταλλάσσεται ή αναμιγνύεται, λόγω της ένωσής της με τη θεία. Ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν απλός άνθρωπος, αλλά ενισχυμένος με τη θεότητα, όπως και δεν τελούσε όλα τα έργα της θεότητας διότι μετριαζόταν από την ανθρώπινη φύση.

Πέρα αυτών τονίζει ιδιαιτέρως πως ο Ιησούς είχε δύο νόες και μέσω του ανθρωπίνου νου ενώθηκε ο θεϊκός Λόγος με τη σάρκα, όχι με ενοίκηση, αλλά με εγκατοίκηση. Αποδεχόμενος οικειοθελώς δε αυτό ο Ιησούς πάντοτε σκεπτόταν ως άνθρωπος, μετέχοντας όμως της κυρίαρχης δραστηριότητας του Λόγου, διαθέτοντας τα πάντα όχι ως φυσικός ανθρώπινος νους, αλλά ως νους υποστατικά ενωμένος με το Θεό. Γι αυτό άλλωστε δέχθηκε τα πάντα από την ανθρώπινη φύση επηρεάζοντάς τον όμως εξωτερικά και όχι εσωτερικά, δηλαδή μόνο την ανθρώπινη φύση και ποτέ τη θεϊκή.

Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός εν τέλει καταλήγει πως στη Γεσθημανή δεν εγκαταλείφθηκε ο Χριστός ως Θεός, αλλά ο άνθρωπος, και ουσιαστικά αγνοήθηκε μέσω αυτού του γεγονότος η ανθρωπότητα. Μετά το θάνατο η υπόσταση του Χριστού δε διαιρέθηκε, αφού καμία εκ των δύο φύσεων δεν ήταν στην υπόσταση του Χριστού αυθύπαρκτη, αλλά παρέμειναν άρρηκτα συνδεδεμένες, τη στιγμή που η θεωμένη ψυχή κατέρχεται στον Άδη, ελευθερώνοντας τους αιχμαλώτους του θανάτου. Ανασταίνεται εκ νεκρών θεοποιείται και τελειοποιείται διατηρώντας την ανθρώπινη φύση και σωματικώς με το νέο και ανακαινισμένο σώμα τοποθετείται στα δεξιά του Πατρός, όπως και εν δόξη θα εμφανισθεί κατά τη Δευτέρα Παρουσία.





ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΤΙΣΙΟΛΟΓΙΑ



Η Δημιουργία για τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό είναι πράξη της θείας βουλήσεως. Ο Θεός δημιουργεί με τη σκέψη, η οποία συμπληρωμένη από το Λόγο, τελειώνεται από το Άγιο Πνεύμα. Ο Θεός, δημιουργεί λόγω της άπειρης αγαθότητός του και οι "εικόνες και το σχέδιο", υπήρχαν προαιωνίως στη βουλή Του ("Λόγοι των όντων").



Οι Άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν τον άνθρωπο. Είναι και αυτοί δημιουργήματα κατ' εικόνα του Θεού, αλλά δε γνωρίζουν την ουσία του Θεού. Είναι ασώματοι σε σχέση με τους ανθρώπους και την ψυχή τους, αλλά σε σχέση με το Θεό θεωρούνται υλικοί και χονδροειδείς. Δημιουργήθηκαν εκ του Λόγου και τελειώθηκαν παγιώνοντας την αγαθότητά τους, δια του Αγίου Πνεύματος.



Ο άνθρωπος αποτελείται από δύο φύσεις. Τη λογική (ψυχική) και τη σαρκική, είναι εικόνα του Θεού και τείνει προς ομοίωση Αυτού. Ο άνθρωπος προικίσθηκε με νου και ελευθερία, τα οποία αποτελούν εικόνες του Θεού και τα οποία στόχο έχουν να τον αναβιβάσουν στην αρετή και στην ομοίωση με το Δημιουργό του. Ο άνθρωπος όμως με την πτώση του έχασε την εικόνα αυτή. Με τη δημιουργία όμως ο Θεός έδωσε όχι μόνο ύπαρξη αλλά και μακαριότητα, περιβάλλοντας τον άνθρωπο με τη χάρη Του, ώστε να παραμένει σε συνεχή ενότητα με το Θεό, αν αυτό επιθυμεί. Στον παράδεισο ο άνθρωπος δημιουργήθηκε αθάνατος, με ζωή μακάρια και όμοια των αγγέλων, με τη χάρη της αρχέγονης δικαιοσύνης να τον περιβάλλει, θεωρώντας, ακολουθώντας και δοξολογώντας ελεύθερα το Θεό, πράγματα τα οποία έπρεπε να αφομοιωθούν ελεύθερα από αυτόν. Έτσι η πτώση ήταν θέλημα του και ελεύθερη επιλογή του και ακριβώς σε αυτό υπάρχει η αρχή του κακού και όχι στη φύση. Η κακία έτσι είναι το "μη όν", κάτι το αφύσικο το οποίο ζώντας προσαρμόζεται στη φύση. Έτσι με την πτώση, από το πνευματικό πλέον κλίνει προς το υλικό και σαρκικό, τίθεται ανάμεσα στη φύση και το Θεό και ως θνητός υποτάσσεται προς τα πάθη και τρέπεται προς το κακό. Χαρακτηριστικό είναι πως ο άνθρωπος για να πολλαπλασιαστεί χρειάζεται πόνο και σαρκική μίξη, μα αν παρέμενε στον παράδεισο κάτι τέτοιο δε θα χρειαζόταν.





Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ



Η συμβολή του στην εικονομαχία, υπήρξε ανεκτίμητη. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός συνέβαλε μέσα από το συγγραφικό του έργο, στην επικράτηση και διατήρηση του καθεστώτος της προσκύνησης των εικόνων. Υπήρξε όχι απλώς υπερασπιστής των εικόνων, αλλά και ο πρωτοπόρος της θεολογίας της εικονομαχικής έριδος.

Ο Ιωάννης δεν αρνείται την ακαταληψία του Θεού, ούτε το απερίγραπτό του, επισημαίνει όμως πως όλοι οι προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη είδαν κάποια εικόνα του Θεού, όχι την αληθινή του ουσία. Έτσι για παράδειγμα η φλεγόμενη βάτος είναι μία εικόνα του Θεού, μια συμβολική μορφή. Συμφωνεί με το Μέγα Βασίλειο, ότι η εικόνα αποτελεί ότι και οι λέξεις για τους αγράμματους και τους αδαείς. Αλλά και ο Θεός δημιουργεί εικόνες. Γεννά τον Υιό του το Μονογενή που είναι η ζωντανή και φυσική εικόνα του Πατρός, δημιουργεί τον άνθρωπο ως κατ’ εικόνα Αυτού. Ο Υιός του Θεού από αόρατος και άυλος γίνεται ορατός. Τότε δε μπορούσε να απεικονιστεί, τώρα όμως μπορεί. Έτσι αναφέρει, δεν απεικονίζω τον αόρατο Θεό στην εικόνα, αλλά τη σάρκα που ήταν ορατή. Στο Ισραήλ δε μπορούσαν να απεικονίσουν αυτό που δεν είδαν, εμείς όμως μπορούμε διότι Τον είδαμε. Άρα η απεικόνιση του Ιησού, βασίζεται πάντα πάνω στο μυστήριο της ενανθρώπησης, πάνω στο γεγονός του ιστορικού ευαγγελίου. Άλλωστε και οι Γραφές ουσιαστικά είναι ένα είδος λεκτικής απεικονίσεως. Έτσι η απαγόρευση της Παλαιάς Διαθήκης για τη δημιουργία ομοιωμάτων, για τον Ιωάννη το Δαμασκηνό, είχε παιδαγωγικό χαρακτήρα με στόχο να ανακόψει την έφεση προς την ειδωλολατρία.

Ο Ιωάννης όμως επιχειρηματολογεί και περί της προσκυνήσεως των εικόνων. Η εικόνα του Θεού, ο σαρκωθείς Λόγος, φωτίζει τη σάρκα. Γι αυτό άλλωστε και οι προσκυνούντες τον Ιησού, δεν προσκυνούν το σώμα, δεν προσκυνούν τη σάρκα, αλλά το θεοποιημένο σώμα, τη θεοποίησή της από τον ίδιο το Θεό. Έτσι δεν προσκυνώ την ύλη όταν προσκυνώ την εικόνα, αλλά προσκυνώ τον κτίστη της ύλης, ο οποίος έγινε υλικός για τη σωτηρία μας. Γι αυτό αναφέρει πως δε θα παύσει να προσκυνεί αυτό μέσω του οποίου επετεύχθη η σωτηρία των ανθρώπων. Το σημείο αυτό της νίκης αποτελούν και οι εικόνες, διότι η φύση μας δοξάστηκε και προχώρησε στην αφθαρσία. Έτσι η άρνηση προσκυνήσεως στην εικόνα αποτελεί μια ουσιαστική απόρριψη της αγιαστικής μετάδοσης της χάριτος του Θεού.

Η θεολογία του περί των εικόνων επηρέασε βαθύτατα την εκκλησία, με αποτέλεσμα να τεθεί ως βάση του όρου της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, αλλά και στη συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος της εικονομαχίας.





ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καλλικέλαδον, καὶ λιγυραῖς μολπαῖς, κατακηλοῦσάν τε, καὶ ἀγλαΐζουσαν, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, εὔλαλον ἀηδόνα, δεῦτε εὐφημήσωμεν, Ἰωάννην τὸν πάνσοφον, τὸν Δαμασκηνὸν πιστοί, ὑμνογράφων τὸν πρύτανιν· τὸν ἔμπλεων, ἁπάσης γενόμενον, θείας καὶ κοσμικῆς σοφίας.




Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον ὄργανον, τῆς Ἐκκλησίας, λύρα εὔσωμος, τῆς εὐσεβείας, ἀνεδείχθης Ἰωάννη πανεύφημε ὅθεν πυρσεύεις τοῦ κόσμου τὰ πέρατα, ταὶς τῶν σοφῶν σου δογμάτων ἑλλάμψεσι. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.




Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Δαμάσας πολλοῖς, ἱδρῶσι τῆς ἀσκήσεως, τὸ σῶμα τὸ σόν, εἰς ὕψος οὐράνιον, εὐπετῶς ἀνέδραμες, ὅπου μέλη θεῖά σοι δίδονται, ἃ τρανῶς ἐμελῴδησας, τοῖς φίλοις Κυρίου Πάτερ Ὅσιε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου